Ads 468x60px

Παρασκευή 21 Σεπτεμβρίου 2012

Μελαγχολία σχολικής βιβλιοθήκης

Για τη μεταγραφή: Τούλα Παπαπάντου*
Μπήκε ο Σεπτέμβρης, μήνας που ξεκινούν και πάλι τα σχολεία. Είναι η δεύτερη σχολική χρονιά που με αφήσανε και πάλι μόνη. Όχι όμως άδεια ή απαρηγόρητη. Ξέρετε τι είναι να έχεις συντροφιά περισσότερους από 6.000 χιλιάδες τίτλους βιβλίων; Και όχι μόνο βιβλία αλλά και ΣιΝτι και βιντεοκασέτες και πολλά άλλα. Και δε μιλάμε για απλή συντροφιά, αυτά είναι τα σπλάχνα μου, το εσωτερικό μου. Για να καταλάβετε, θα σας τα πω από την αρχή. 
Οι αδελφές μου κι εγώ γεννηθήκαμε τον περασμένο αιώνα· για την ακρίβεια το έτος 1999. Η ιδέα της δημιουργίας μου είχε συλληφθεί τρία χρόνια πιο μπροστά. Ήταν, λέει, στα πλαίσια κάποιου ευρωπαϊκού προγράμματος με το όνομα ΕΠΕΑΕΚ. Δόθηκαν χρήματα από την Ευρωπαϊκή Ένωση και ένα ποσό από την Ελλάδα. Έτσι δημιουργηθήκαμε οι αδελφές μου και εγώ 500 τον αριθμό! Διαμορφώθηκαν χώροι σε σχολεία που επιθυμούσαν και το είχαν δηλώσει εγκαίρως, χώροι δηλαδή αντάξιοι της φιλοξενίας καλών βιβλίων και των ιδεών σπουδαίων μυαλών.
Τα βιβλία και τα υπόλοιπα υλικά έφτασαν στα σχολεία σε κούτες Εκεί είχαν τοποθετηθεί τυχαία. Μπορεί δηλαδή να ήταν «Ο Γλάρος Ιωνάθαν» δίπλα στον «Αδριανό» της Γιουρσενάρ. Όποιος όμως άνοιγε τις κούτες ήξερε και τα ξεχώριζε. Τα έβαζε με τη δική τους παρέα, δηλαδή σύμφωνα με το δεκαδικό σύστημα Dewy. Έτσι, σε λίγο καιρό, τα βιβλία είχαν τη φυσική τους παρέα. Τοποθετήθηκαν, λοιπόν, όλα όπως άρμοζε σε μια σύγχρονη και μοντέρνα βιβλιοθήκη. Γράφτηκαν και οι καρτέλες μπροστά από κάθε ράφι έτσι ώστε οι αναγνώστες μαθητές και μαθήτριες, αλλά και όλοι οι χρήστες, να έχουν έναν οδηγό πλοήγησης. Α, να μη ξεχάσω είχα και τρεις ολοκαίνουργιους υπολογιστές! Υπήρχε ένας κεντρικός, που χρησίμευε στο δανεισμό του υλικού, στην τήρηση στατιστικών δεδομένων, στην καταγραφή των μελών κλπ. Ποιός τα έκανε όλα αυτά; Καθηγητές ή καθηγήτριες, «υπεύθυνοι βιβλιοθήκης» ονομάζονταν, που, αν κρίνω από τη δράση τους, θα πρέπει να αγαπούσαν τη γνώση μα κυρίως τη διάδοσή της.
Δε θα ξεχάσω την ημέρα που άνοιξαν οι πόρτες μου για τη σχολική κοινότητα ·και μη φανταστείτε κοινές πόρτες, πρώτα- πρώτα είχαν προδιαγραφές ασφαλείας αλλά ήταν και όμορφες. Ναι, μη σας φαίνεται παράξενο. Οι πόρτες μου ήταν πολύ όμορφες. Τις είχαν ζωγραφίσει προηγουμένως μαθητές και μαθήτριες με την επίβλεψη της καθηγήτριας των καλλιτεχνικών. Εικόνες ξεσηκωμένες από βιβλία και από σελιδοδείκτες φώτιζαν και ομόρφαιναν τις πόρτες μου. Άνοιξαν λοιπόν οι πόρτες, η βιβλιοθήκη γέμισε με μαθητές, μαθήτριες, καθηγητές, καθηγήτριες μέχρι και ο Δήμαρχος ήρθε! Για να πω την αλήθεια ένιωσα και λίγο άβολα- να βλέπουν τα μέσα σου τόσοι πολλοί μαζί! Μα από την άλλη, αυτός δεν είναι ο σκοπός μια βιβλιοθήκης; Μίλησε η διευθύντρια του σχολείου και είπε λίγα λόγια και η υπεύθυνη της βιβλιοθήκης· το ρήμα « διαβάζω», τους είπε, δεν έχει προστακτική.
Με άλλα λόγια ήθελε να πει σε όλους να παροτρύνουν τα παιδιά στο διάβασμα και όχι να το επιβάλλουν. Πολύ χάρηκα με εκείνα τα λόγια. Καλά θα περάσουμε, είπα μέσα μου. Είπε ακόμα στα παιδιά ότι πετυχημένη βιβλιοθήκη είναι η βιβλιοθήκη που πολλά από τα ράφια της είναι συχνά άδεια. Με λίγα λόγια έχει πολλά βιβλία δανεισμένα. Καλό κι αυτό, σκέφτηκα. Τα παιδιά ενθουσιάστηκαν. Δεν είναι και λίγο να έχεις τόσα βιβλία και σύγχρονο ηλεκτρονικό υλικό στη διάθεσή σου. Ξεκίνησαν τα πηγαινέλα. Και μη νομίζετε ότι διάβαζαν μόνο λογοτεχνία. Όχι. Έπαιρναν και βιβλία σχετικά με Φυσική, Χημεία, διάβαζαν Δαρβίνο τα μεγαλύτερα Φιλοσοφία και Ιστορία. Ο Αστερίξ και ο Αρκάς ήταν η ξεκούρασή τους. Ένα σε κάθε διάλλειμα διάβαζαν μερικά και η υπεύθυνη αναγκαζόταν να επικαιροποιεί τα τεύχη! Πολλές φορές οι καθηγητές χρησιμοποιούσαν την αίθουσα του αναγνωστηρίου για να δείξουν βίντεο ή Σιντί σχετικό με το μάθημά τους. Λησμόνησα να σας πω ότι είχα και τηλεόραση και βίντεο και Σιντί πλέϊερ στην αίθουσα των υπολογιστών. Πλήρης σας λέω, ενταγμένη στην υπηρεσία της σύγχρονης ηλεκτρονικής εποχής. Ακολουθούσαν συζητήσεις, προβληματισμοί μα και τα γνωστά μαλώματα των καθηγητών σε όσους ήταν αδιάφοροι και ενοχλητικοί, όπως σε όλα τα φυσιολογικά σχολεία. Με μια κρυφή περηφάνια, λέω τώρα, μπορεί μερικά παιδιά να τα απορροφούσαν οι αφίσες που στόλιζαν, σε χρωματιστό πλαίσιο, τους τοίχους μου. Εκείνες που εξέδιδε κάθε χρόνο η Διεθνής Οργάνωση Βιβλίου για τη Νεότητα. Και υπήρχαν πολλές τέτοιες. Μια κάθε χρόνο εξασφάλιζε μετά από αναζήτηση και κόπο η υπεύθυνη της βιβλιοθήκης. Μπορεί, λέω εγώ, η αφίσα να έκανε τα παιδιά να ονειρεύονται, να δραπετεύουν από τα στενά πλαίσια της «ύλης» που έπρεπε να «βγει» και να εισέρχονταν σε κόσμους ονειρικούς και παραμυθένιους. Γιατί, τέτοιες ήταν εκείνες οι πανέμορφες και τόσο έντεχνες αφίσες. Κι εγώ αν ήμουν παιδί ομολογώ πως θα υπέκυπτα στον πειρασμό. Στον ίδιο χώρο, την ίδια στιγμή, κάποια παιδιά είχαν πιο σοβαρές δουλειές να κάνουν: αναζήτηση υλικού στο ιντερνέτ. Στα πρώτα στάδια με τη βοήθεια της υπεύθυνης και στη συνέχεια μόνα τους ή σε ομάδες.
Κάθε χρόνο και συγκεκριμένα τον μήνα Απρίλιο γιορτάζαμε την παγκόσμια ημέρα παιδικού βιβλίου. Πώς; Πρώτα πρώτα ο σύλλογος γονέων σε συνεργασία με τη διεύθυνση του σχολείου και της υπεύθυνης της βιβλιοθήκης οργάνωναν μια μεγάλη έκθεση βιβλίου που είχε διάρκεια μιας ολόκληρης εβδομάδας. Τι όμορφα που ήταν! Όλες οι τάξεις επισκέπτονταν την έκθεση αρχικά σε ομάδες και στη συνέχεια τα παιδιά μόνα τους –όσες φορές ήθελαν. Διάβαζαν βιβλία, αγόραζαν βιβλία, συζητούσαν, πειράζονταν. Με τα λεφτά από τις αγορές οι γονείς αγόραζαν βιβλία για τη βιβλιοθήκη. Ευτυχώς είχα διαθέσιμα ράφια για να τα βάλουν, αφού τα κατέγραφε πρώτα η υπεύθυνη. Μια άλλη γιορτή ήταν η μέρα που καλούσαμε ένα συγγραφέα. Κατά κανόνα αξιόλογοι συγγραφείς της πόλης μας αλλά και από άλλες πόλεις αποδέχονταν την πρόσκλησή μας- υπήρξε και συνεργασία με το ΕΚΕΒΙ. Ήταν από τις καλύτερες μας μέρες. Πραγματική γιορτή. Τα παιδιά ανάκριναν κανονικά τους συγγραφείς για τη δουλειά τους, τα γραψίματά τους και κάποια για τη ζωή τους. Και ξέρετε, οι συγγραφείς στην Ελλάδα επισκέπτονται αφιλοκερδώς τις σχολικές βιβλιοθήκες σε αντίθεση με κάποιες χώρες της Εσπερίας όπυ αμείβονται για κάτι τέτοιο. Πράγμα που δε βρίσκω κακό, αλλά μιλάμε για άλλες κουλτούρες και ήθη. Στα δέκα χρόνια λοιπόν της λειτουργίας μου, για να αναφέρω και μερικά νούμερα, πρέπει να ήρθαν κοντά στους δεκαπέντε συγγραφείς. Πεζογράφοι και ποιητές. Να μη ξεχάσω, μια φορά ήρθε και ομάδα του ομίλου Φίλων Αστρονομίας, με τα τηλεσκόπια τα υλικά τους –ταξιδέψαμε όλοι ένα ταξίδι αλλιώτικο!
Στο χώρο του αναγνωστηρίου λειτούργησε και εργαστήριο κατασκευής μαριονέτας, γιατί το σχολείο συμμετείχε σε κάποιο ευρωπαϊκό πρόγραμμα. Ήρθαν και οι ευρωπαίοι εταίροι από πέντε-έξι χώρες άκουσα τις γλώσσες τους, όπως τις μιλούσαν τα παιδιά και όπως τις μιλούσαν και οι μεγάλοι, άκουσα τα τραγούδια τους, είδα τα χαμόγελα και τη χαρά τους αλλά και τα δάκρυα του αποχωρισμού τους από τα δικά μας παιδιά. Όταν έφυγαν, όμως, τα παιδιά συνέχισαν να επικοινωνούν με ιμέιλ από τη βιβλιοθήκη πάλι! Βλέπετε τα καλά της τεχνολογίας. Χάρη στο πρόγραμμα αυτό κάθε εβδομάδα τα παιδιά θυσίαζαν μια ώρα μετά το τέλος των μαθημάτων για να συμμετέχουν σε ένα εργαστήριο αφήγησης και λόγου. Μάλιστα, και τέτοιο είχαμε και το έκανε λογοτέχνης της πόλης μας. Για μια χρονιά, πάλι μετά το τέλος των μαθημάτων, λειτουργούσε λέσχη ανάγνωσης μαθηματικής λογοτεχνίας-«Παράθυρο στον κόσμο» την είπανε. Λίγο βαρύγδουπος τίτλος αλλά πραγματικά ανοίχτηκε ένας ολόκληρος κόσμος μπροστά στα μάτια αυτών που συμμετείχαν.
Και την ποίηση τη γιορτάζαμε στις 21 Μαρτίου κάθε χρόνο, ποιήματα Ελλήνων και ξένων ποιητών τρύπωναν την προηγούμενη ημέρα στις τάξεις των παιδιών, μικρών και μεγάλων, και καμάρωναν πολύ όταν την άλλη μέρα έπεφταν νεανικά μάτια πάνω τους και τα διάβαζαν.
Ισα που είμαστε έτοιμοι να γιορτάσουμε τα δέκα χρόνια μιας τέτοιας λειτουργίας, τα παιδιά ετοίμαζαν και ένα ολιγόλεπτο βίντεο, ξαφνικά τον Σεπτέμβρη του 2011 εκεί που με χαρά προσδοκούσα τη νέα σχολική χρονιά, να γνωρίσω τους καινούργιους μαθητές και καθηγητές μα και γονείς και υπαλλήλους του κυλικείου και της καθαριότητας και τους φύλακες γιατί όλοι επισκέπτονταν ενεργά τη βιβλιοθήκη, ένιωσα απελπιστικά μόνη. Πού είναι ο κόσμος, αναρωτήθηκα; Τι συνέβη; Περίμενα την πρώτη εβδομάδα, τη δεύτερη, την τρίτη, έναν ολόκληρο μήνα! Ήρθε και ο Οκτώβρης, πάλι τίποτα. Είχαν κλειδώσει και τις πόρτες μου. Ψυχή δεν κυκλοφορούσε. Ήθελα να μάθω το γιατί. Θα μου πείτε δεν είχες πρόσβαση στο ιντερνέτ, μια αναζήτηση να έκανες κάτι θα μάθαινες. Σωστά, αλλά κάποιος έπρεπε να μπει και να το κάνει. Κανείς! Εμεινα, λοιπόν, με την απορία. Κάτι είχα ακούσει για κρίση και τέτοια. Από την άλλη σκέφτηκα μπορεί οι πολιτικοί και υπουργοί Παιδείας να μη νοιάστηκαν καθόλου; Μήπως όμως τους έχω υπερεκτιμήσεις; Μπορεί κάποιοι από αυτούς να μην έχουν ανοίξει βιβλίο, να μη ξέρουν όμως ότι η γνώση βοηθά τον άνθρωπο να αντιμετωπίσει και να λύσει τα προβλήματά του; τι να πει κανείς; Πόσα να περιμένει από γραφειοκράτες και πολιτικούς;
Γνωρίζω ότι και οι βιβλιοθήκες άλλων ευρωπαϊκών χωρών αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης, μάλιστα κάποιο πνευματικοί άνθρωποι στη στη Βρετανία χαρακτηρίζουν το κλείσιμο των βιβλιοθηκών «κακοποίηση και έγκλημα» απέναντι στα παιδιά, στο δικαίωμα τους στη γνώση, στη μόρφωση, στην πρόσβαση στην πληροφορία. Δεν ξέρω πόσο υπερβολικό ακούγεται, η μικρή εμπειρία όμως μου λέει ότι έχει πολλή αλήθεια μέσα της μια τέτοια δήλωση.
Αναπολώ όλη εκείνη τη ζωντάνια και θλίβομαι. Όταν καμιά φορά θλίβομαι πολύ συγκρατώ ακόμη και τα δάκρυά μου, γιατί φοβάμαι μη χαλάσουν τις καλοδιατηρημένες σελίδες των βιβλίων. Να σας εξομολογηθώ και κάτι: σε αντίθεση με τους κανόνες που υπαγορεύει η βιβλιοθηκονομία ότι τα βιβλία πρέπει να διατηρούμε σε άριστη κατάσταση, εγώ λέω ότι ζωντανά βιβλία , διαβασμένα βιβλία είναι αυτά που έχουν και κανα δυο σημειώσεις των αναγνωστών τους στο περιθώριο. Αλλά αυτό μεταξύ μας. Από την άλλη δε παραπονιέμαι, γιατί τα βιβλία έχουν μια δική τους ζωή. Τα βράδια, που το σχολείο ησυχάζει τα βιβλία συνομιλούν μεταξύ τους. Έχω ακούσει διάλογο του Μαρκ Τουέν με τον Θορώ. Συγγραφείς που δε μιλιόντουσαν όταν ζούσαν τώρα στήνουν ψιλή κουβέντα, άλλοι πάλι πιο απόλυτοι, εξακολουθούν να γυρίζουν τις πλάτες ο ένας στον άλλο, δηλαδή τις ράχες των βιβλίων τους. Τι να πεις. Ανθρώπινα είναι όλα. Τις προάλλες που συζητούσαν κάποιοι σύγχρονοι συγγραφείς έλεγαν πως πρέπει να ελπίζουμε πως τα βιβλία θα ξαναβρούν τη ζωντάνια τους – γιατί πώς να το κάνουμε, τα βιβλία είναι ζωντανά όταν διαβάζονται , αυτό είναι αξίωμα. Κάτι θα γίνει, κάποιοι θα νοιαστούν. Μήπως είναι πολύ αισιόδοξοι; Λέω καμιά φορά μήπως εκμεταλλεύονται τη σιωπή μου; Γιατί οι βιβλιοθήκες είναι σιωπηλές, ούτε λεφτά φέρνουν ούτε ψήφους. Μόνο σε πρόοδο και διεύρυνση της σκέψης οδηγούν και καταπολεμούν και τη βλακεία. Είναι και το άλλο που με στενοχωρεί: έχει συσσωρευτεί τόση σκόνη στα βιβλία και στο ηλεκτρονικό υλικό και όπως γνωρίζουμε η σκόνη είναι μέγας εχθρός των βιβλίων. Δεν ξέρω όμως ποιος είναι ο μεγαλύτερος εχθρός της βιβλιοθήκης : η σκόνη ή τα άφρονα και με ελάχιστο πολιτισμό ανθρώπινα όντα που λέγονται πολιτικοί; Πείτε μου κι εσείς.
Για τη μεταγραφή: Τούλα Παπαπάντου, συνταξιούχος καθηγήτρια αγγλικών, «υπεύθυνη σχολικής βιβλιοθήκης» από το 1999-2010
Πηγη:bookpress.gr/stiles/apopseis/melagxolia-sxolikis-vivliothikis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου